Τώρα τις μέρες της γιορτής μας επιτρέπεται
να είμαστε μελαγχολικοί.
Άλλωστε γιορτάσαμε όταν όλοι επέμεναν πως τα πράγματα
ήταν σοβαρά.
Δεν μας έλειψε η χαρά.
Στις ηλιόλουστες μέρες της εβδομάδας
βρεθήκαμε έξω
στα καταπράσινα άλση, σε δημόσια πάρκα
με έναν φίλο, με μια φίλη, με τον έρωτα
χαμηλά στο στομάχι
αχώνευτο, με το χώμα του ακόμα
στο στόμα.
Τις μέρες της βροχής βρήκαμε καταφύγιο
στα ποιήματα που είχαν όλοι
ξεχάσει.
Στα κιτρινισμένα βιβλία, στις στοίβες
με τα χειρόγραφα
που τώρα αποκηρύξαμε.
Μεθύσαμε ανάμεσα στους τοίχους
των φοιτητικών εστιών
στις σύντομες, μικρές εκείνες παύσεις
της εξοντωτικής δουλειάς
του να είσαι ο εαυτός σου και τίποτα άλλο.
Δεν ήμασταν σίγουροι αν αυτό ήταν το σωστό.
Ούτε και τώρα. Ούτε ποτέ.
Όμως γνωρίζαμε πως πάνω από όλα το λάθος
ήταν μια υπέρτατη πράξη ελευθερίας.
Άλλο ηρωισμό δεν μας έταξε ο κόσμος.
Από το να επιλέγουμε να ζούμε
με τον δικό μας τρόπο
σε αντίθεση με τους ανέμους της εποχής ...
Δεν μας έλειψε η χαρά. Και η λίγη περίσκεψη
που μας βαραίνει, θα μας οδηγήσει
μια μέρα αυτή
σε μεγαλύτερη, πιο σπουδαία γιορτή.