Σηκώθηκα ξημερώματα από έναν απαίσιο εφιάλτη. Είδα πως η μητέρα μου είχε προσπαθήσει να σκοτώσει τον πατέρα μου με αρσενικό. Η ενάργεια των εικόνων -ανοιχτές πόρτες σε ένα άδειο σπίτι, ήχοι από τον άνεμο να χτυπάει στα παραθυρόφυλλα- αλλά και μια οδυνηρή ένταση με ξύπνησαν πανικόβλητο.
Στην αρχή δεν μπορούσα να εξηγήσω καθόλου το όνειρο αυτό. Για αυτό και τρομοκρατήθηκα ακόμα περισσότερο. Έπειτα θυμήθηκα πως λίγο πριν κοιμηθώ είχα δει σκηνές από μια ταινία όπου ο σύζυγος προσπαθούσε να σκοτώσει τη γυναίκα του με κάποιο θειούχο διάλειμμα (αν δεν κάνω λάθος). Θυμάμαι ακόμα το βλέμμα του...τον κρύο πυρετό στα μάγουλα.
Όπως και να έχει αυτό που πιστεύω είναι πως η ψυχή μου έχει χαθεί. Ότι κι αν σημαίνει αυτό. Χρόνια προσπάθησα με τόσες και τόσες πρακτικές να διασώσω κάτι. Με ειδικούς ψυχολόγους, με επίμονη άσκηση, με διάβασμα, με τη φιλία ή τον έρωτα προσπάθησα να την φυλάξω, να την κρατήσω ζωντανή στις επιθυμίες και τη λογική του κόσμου.
Όμως διαπιστώνω με λύπη μου πως όλα αυτά ήταν μάταιος κόπος. Δεν ξέρω τι είναι ο άνθρωπος γενικά...δεν έχω τη δύναμη, ούτε το μυαλό να σταχυολογήσω τα πεπραγμένα του, ούτε να βγάλω συμπέρασμα για το νόημα της ζωής ή ας πούμε την αξία της τέχνης. Ότι κι αν ζω κι ότι κι αν ακούω ή διαβάζω με ενδιαφέρουν για ένα και μοναδικό λόγο, για μια τελευταία ελπίδα που μου έχει απομείνει και μου δίνει κουράγιο.
Τη σωτηρία -έστω και τώρα τη τελευταία στιγμή- αυτής της φοβισμένης παιδικής ψυχής.