Όποιος πει πως δεν τον αγγίζουν τα Χριστούγεννα είναι ψεύτης. Πως μπορείς να αντισταθείς; Δεν είναι μόνο τα χιονισμένα σπίτια, ούτε τα φρεσκοψημένα γλυκά, ούτε ο Άι Βασίλης. Πάνω από όλα είναι η αγάπη, όπως την είχες ονειρευτεί. Χωρίς λογοκρισία.
Θυμάμαι, καλή ώρα τέτοια εποχή, χρόνια πριν όταν προσπαθούσα να το παίξω άγριος νέος και τριγυρνούσα στα στενά πίσω από την ομόνοια. Είχε εξωφρενικό ψύχος. Φορούσα ένα μπουφάν δυο νούμερα μεγαλύτερό μου και περπατούσα μέσα στα ίδια στενά. Δεν είχα ιδέα που στο διάολο πήγαινα αλλά περπατούσα. Και δεν θα ξεχάσω μια τραβεστί που σύχναζε εκεί σε κάποια πάροδο και φορούσε το σκουφί του Άγιου Βασίλη. Ήταν τραβεστί με μουστάκι. Ψηλή και γεροδεμένη με σπαστά μαύρα μαλλιά.
Ή μια άλλη φορά στην Αγγλία εγώ κι ένας φίλος από την Ουγκάντα, ένας ασουλούπωτος μαύρος με ξυρισμένο κεφάλι που φορούσε πάντα φόρμα... ήταν Χριστούγεννα. Ήταν τόσο κρύο που ο φίλος μου μπορούσε να χαράζει λευκές γραμμές πάνω στο μαύρο δέρμα του. Περπατήσαμε μεθυσμένοι τους δρόμους, ώρες ατελείωτες, ώσπου βρήκαμε καταφύγιο σε μια παμπ στη μέση του πουθενά. Μας κεράσαν πούρα και ήπιαμε ουίσκυ. Η παμπ λεγόταν the star. Το όνομα της άναβε έξω μέσα στην άχλη του κρύου.
Δεν ξέρω πως να το πω ακριβώς...τα Χριστούγεννα είναι όπως η μουσική. Δεν εξηγείται. Περνάει μέσα από το δέρμα σου και σου ζεσταίνει την καρδιά.
Θυμάμαι, καλή ώρα τέτοια εποχή, χρόνια πριν όταν προσπαθούσα να το παίξω άγριος νέος και τριγυρνούσα στα στενά πίσω από την ομόνοια. Είχε εξωφρενικό ψύχος. Φορούσα ένα μπουφάν δυο νούμερα μεγαλύτερό μου και περπατούσα μέσα στα ίδια στενά. Δεν είχα ιδέα που στο διάολο πήγαινα αλλά περπατούσα. Και δεν θα ξεχάσω μια τραβεστί που σύχναζε εκεί σε κάποια πάροδο και φορούσε το σκουφί του Άγιου Βασίλη. Ήταν τραβεστί με μουστάκι. Ψηλή και γεροδεμένη με σπαστά μαύρα μαλλιά.
Ή μια άλλη φορά στην Αγγλία εγώ κι ένας φίλος από την Ουγκάντα, ένας ασουλούπωτος μαύρος με ξυρισμένο κεφάλι που φορούσε πάντα φόρμα... ήταν Χριστούγεννα. Ήταν τόσο κρύο που ο φίλος μου μπορούσε να χαράζει λευκές γραμμές πάνω στο μαύρο δέρμα του. Περπατήσαμε μεθυσμένοι τους δρόμους, ώρες ατελείωτες, ώσπου βρήκαμε καταφύγιο σε μια παμπ στη μέση του πουθενά. Μας κεράσαν πούρα και ήπιαμε ουίσκυ. Η παμπ λεγόταν the star. Το όνομα της άναβε έξω μέσα στην άχλη του κρύου.
Δεν ξέρω πως να το πω ακριβώς...τα Χριστούγεννα είναι όπως η μουσική. Δεν εξηγείται. Περνάει μέσα από το δέρμα σου και σου ζεσταίνει την καρδιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου