Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

Το μυστήριο του Δημήτρη Ροζάκου (μέρος τρίτο)

Ο άνθρωπος αλλάζει. Ή πιο σωστά εκδηλώνεται, ξεφορτώνεται με τον καιρό σιγά σιγά το κέλυφος από πάνω του και δείχνει στην ουσία τι είναι ... αυτό είναι κάτι που κανένας μας δεν μπορεί να το αποφύγει. Κανένας δεν μπορεί να γλιτώσει από την αποκαλυπτική φθορά του χρόνου. Έχω δει πολλές απόπειρες ρετουσαρίσματος, αναπαλαίωσης, απόκρυψης των ελαττωματικών μερών ή προώθησης ενός καινούριου εαυτού, όμως ήταν όλες τους αποτυχημένες και πέρα ως πέρα για γέλια.

Πάρε για παράδειγμα τον ομοφυλόφιλο της διπλανής πόρτας. Μάλλον όχι, καλύτερα πάρε για παράδειγμα εμένα. Στα 27 μου ήμουν ένας νέος γεμάτος προσδοκίες. Όχι απλά γεμάτος, κυριολεχτικά μπουκωμένος με ότι σαχλό μπορεί να βρει ο άνθρωπος μέσα στα φτηνότερα και τα πιο κοινότοπα εγχειρίδια για προσωπική ολοκλήρωση. Ήμουνα νέος, ωραίος, είχα σχεδόν όλα τα δόντια μου γερά και σε στιγμές μεγάλης διαύγειας ή μέθης είχα το γούστο μου. Όμως όσο ηλίθιος και άβγαλτος κι αν ήμουν δεν μπορούσα να μην διακρίνω τα σημάδια μιας αναπόφευκτης μετάλλαξης προς το χειρότερο. Ο καιρός περνούσε κι εγώ έπρεπε να μελετήσω την άμυνα μου απέναντι του, να φτιάξω αναχώματα.

Πρακτικά αυτό σήμαινε πως δυο χρόνια αργότερα στα 29 μου βρήκα τον εαυτό μου σε μια επικίνδυνα συναρπαστική δουλειά σε ένα τουριστικό πρακτορείο.

Στα 29 μου επίσης απέκτησα μια επικίνδυνα συναρπαστική αλλά και πολύ σοβαρή σχέση με μια γυναίκα που όπως η ίδια συνήθιζε να λέει 'δεν έφταιγε σε τίποτα'. Κάτω από την επικτακτική ανάγκη για οριστικές λύσεις όλες οι επιλογές μου έπρεπε να έχουν την σφραγίδα του μόνιμου και του οριστικού. Όσο για τα όνειρα και τις προσδοκίες μου τις άφησα να ξεφουσκώσουν αργά και βασανιστικά ώσπου να απομείνουν στο τέλος δυο τρεις ξεγυρισμένες νευρώσεις τις οποίες δεν βαριόμουν να τις διαφημίζω στους γύρω μου ως 'χαρακτήρα' ή 'ιδιαιτερότητα'. Μπορεί η ζωή μου να ήταν λίγο σκατά αλλά ήμουν ξεχωριστός ... σκεφτόμουν.

Καταλαβαίνω πως όποιος το διαβάζει αυτό θα έχει τις αντιρρήσεις του. Κατανοώ πως θα υπάρχουν ενστάσεις. 'Δεν είναι έτσι τα πράγματα' θα πουν μερικοί. 'Είσαι πολύ απόλυτος φίλε, τα βλέπεις πολύ μαύρα'. Η αλήθεια είναι πως δεν είμαι και κανένα αστέρι στη θετική σκέψη, όμως πιστέψτε με το έχω δει παντού και δεν υπάρχει εξαίρεση για κανένα. Όσο μεθοδικά, όσο έξυπνα, όσο προνοητικά κι αν έπραξε κανείς ... είτε επέλεξε να ξοδέψει τα χρόνια του αργά, συνετά, καίγοντας τις μέρες του με το σταγονόμετρο μέσα σε εστίες πανεπιστημίων ή επαγγελματικούς συλλόγους είτε τα έδωσε όλα για όλα σαν να μην υπάρχει αύριο -ελπίζοντας προφανώς πως μην πιστεύοντας σε αυτό θα το ξορκίσει- ο χρόνος ήρθε και τον βρήκε και με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, λίγο ή περισσότερο, τον έκανε κορόιδο.

Φημολογείται πως ο Τέρης Χρυσός υπήρξε εραστής της Ντόρας Μπακογιάννης. Καρπός του θυελλώδους αυτού έρωτα ήταν ο υπουργός Δ.Μ. & Η.Δ. Κυριάκος Μητσοτάκης. 

Speak of the devil ... εδώ με τον παππού του ...

Ίσως ο μόνος που είδα να ξεφεύγει από αυτό το θλιβερό συμβόλαιο ήταν ο Δημήτρης Ροζάκος. Αυτός και το παλιό μοντέλο της Ford Taurus που έμοιαζε ολοκαίνουρια κι αστραφτερή σαν να είχε μόλις τσουλίσει στο δρόμο κάπου εκεί στα μέσα της δεκαετίας του 90. Όμως ο Ροζάκος, όπως και να το κάνουμε, μας είχε συνηθίσει στα θαύματα.

Βλέποντας τον τώρα να μου κάνει νοήματα να τον πλησιάσω αποφάσισα πως θα ήταν καλύτερα να κάνω πως δεν τον είδα και να συνεχίσω στο δρόμο μου σφίγγοντας τον φάκελο με τα χαρτιά κάτω απ' τα χέρια. Πέρασα βιαστικά ανάμεσα από την κίνηση και επέστρεψα στο γραφείο.

Λίγο αργότερα όταν γύρισα σπίτι άνοιξα την πόρτα για να έρθω αντιμέτωπος με μια απόλυτη ησυχία που δεν ήταν συνηθισμένη τέτοιες ώρες. Στο τραπέζι της κουζίνας βρήκα ένα αυτοκόλλητο σημείωμα. 'Έκτακτη συνέλευση στη σχολή θα αργήσω. Το φαί είναι στο ψυγείο. Αν δεν σου αρέσει μπορείς να πεθάνεις από την πείνα !'. Να και κάτι που δεν μπορούσα με τίποτα να καταλάβω ... το χιούμορ της Ευαγγελίας. Στην αρχή όταν την πρωτογνώρισα πίστεψα πως απλά δεν υπάρχει. Μετά κατάλαβα πως απλά ήταν αλλιώτικο από τα άλλα, ήθελε γνώση για να το εντοπίσεις. Ήταν ένα ψυχρό, μονότονο, παγωμένο χιούμορ περίπου το ίδιο με το κυριακάτικο σεξ που είχαμε καθιερώσει.

Κάθισα στο καναπέ κι έβαλα την τηλεόραση να παίζει με ένα πιάτο μπροστά μου. Είδα μερικά αμερικάνικα αστυνομικά καταβροχθίζοντας. Ύστερα κατέβασα μερικές μπύρες και μέσα σε μερικά λεπτά είχα αποκοιμηθεί σαν πουλάκι με τους αμερικάνους να κραδαίνουν τα σιδερένια μαραφέτια τους στην οθόνη. Όταν ξύπνησα η ώρα είχε πάει οχτώ κι η Ευαγγελία δεν είχε ακόμα φανεί. Αυτό κι αν ήταν έκπληξη. Άρχισα να αναρωτιέμαι αν τελικά είχε μπει σε εφαρμογή το δεύτερο ή τρίτο τελεσίγραφο που μου είχε δώσει. Εκείνο το 'αν δεν αλλάξεις τελειώσαμε.' Πήγα στο δωμάτιο να δω αν είχε μαζέψει τα πράγματα της όμως τα πάντα ήταν εκεί.

Ήταν κάπου τότε που άκουσα την φασαρία από το δρόμο. Ξεκίνησε με την διαπεραστική φωνή μιας ηλικιωμένης γυναίκας που έμοιαζε να μιλάει σέρνοντας το σώμα της. Αγκομαχούσε. Βγήκα στο μπαλκόνι και την είδα να χειρονομεί πολύ ζωηρά μπροστά σε ένα νέο άνδρα, τον οποίο αναγνώρισα για τον Ροζάκο μπροστά στη σταθμευμένη Φορντ. Το καπό ήταν ανοιχτό και μπορούσα να διακρίνω ένα σωρό λευκές συσκευασίες όπως αυτές των απορρυπαντικών στο σούπερμαρκετ. Η γριά φορούσε μια νυχτικιά και τσόκαρα.

-νεαρέ ΔΕΝ ΤΟ ΘΕΛΩ το σαπούνι να το πάρεις πίσω, του είπε.

-μα κυρία μου το αγοράσατε ...

-θα με μαλώσει ο άντρας μου σου λέω παρτο πίσω. Η φίλη μου που πήρε το ίδιο μου είπε πως δεν είναι καλό.

Σε λίγο μαζεύτηκαν κι άλλοι από την γειτονιά, οι περισσότεροι γέροι και περικύκλωσαν το αμάξι.

-Τι συμβαίνει εδώ, ρώτησε ένας κύριος με μια μεγάλη γαλάζια βαμβακερή φανέλα και ένα κεφάλι που έμοιαζε με τριχωτό πεπόνι. Γιατί φωνάζεις κυρία;

-ο νεαρός πήγε να με εξαπατήσει.

Έβλεπα τον δύστυχο τον Δημήτρη εν μέσω όλων αυτών των γέρων που αλάλιαζαν γύρω του. Οι περισσότεροι ήταν αρκετά πιο κοντοί του κι είχαν επιθετική συμπεριφορά εκτός από έναν κοτσονάτο παππού με σορτς που είχε ακουμπήσει με τον αγκώνα στο μπροστινό καπό της φορντ κι έκανε κέφι με την κατάσταση. Αναρωτιόμουν πότε θα ακουγόταν η γνωστή φράση για το κράτος...

Ακούστηκε κάτι παρεμφερές.

-Ε δεν υπάρχει έλεος. Δεν υπάρχει έλεος σε αυτή την χώρα, είπε ένας με γυαλιά, που τουλάχιστον από όσο έδειχνε το ύφος του με τα πυκνά φρύδια και τα μάτια να καίγονται από κάτω, είχε θυμώσει

Δεν ξέρω πως μου την βίδωσε κι αποφάσισα να κάνω τον ήρωα. Έβαλα το μπουφάν μου και κατέβηκα κάτω. Μόλις είχε αρχίσει να βραδιάζει κι είχε πια, μέσα Οκτωβρίου, μια ψύχρα τέτοια ώρα. Παραμέρισα το πλήθος με τα χέρια κι έφτασα κοντά στο φίλο μου. Έκανα βέβαια σαν να μην το ξέρω. Ύστερα έριξα μια ματιά στις συσκευασίες με τα απορρυπαντικά και τα σαπούνια μέσα στο καπό να δω τι λένε.

Οικολογικά Προϊόντα – Φιλικά στο Περιβάλλον – 100% Αντιαλλεργικά

-Με συγχωρείτε πουλάτε το οικολογικό σαπούνι, αυτό στη τηλεόραση;

Ο Ροζάκος με κοίταξε με πονηρό βλέμμα. Τον πρόσεξα καλά από κοντά τώρα. Ήταν σαν να μην είχε περάσει ούτε μια μέρα από πάνω του. Ήταν ο ίδιος και ίσως και καλύτερος από παλιά. Δεν ήταν μόνο το σώμα του που είχε δέσει και είχαν ανοίξει οι πλάτες αλλά και το δέρμα του που ήταν λαμπερό και ολοκάθαρο σαν καινούριο νοβοπάν. Όσο για τους δυο μαύρους κύκλους που θυμόμουν γύρω από τα κατακόκκινα μάτια του είχαν τώρα εξαφανιστεί εντελώς και την θέση τους είχε πάρει ένα υγιέστατο βλέμμα ενός ανοιχτόκαρδου ανθρώπου. Το μόνο παράξενο απάνω του ήταν τα ρούχα του τα οποία έμοιαζε να τα έχει ξεθάψει από κάποια αμερικάνικη ταινία της περασμένης δεκαετίας. Για κάποιο λόγο ένιωθα το ίδιο οικεία μαζί του όπως και παλιά.Έβγαλα από το πορτοφόλι μου ένα πενηντάευρω και του είπα να μου δώσει ένα πεντάκιλο σκόνη για το πλυντήριο και σαπούνι για τα πιάτα... 

Σε λίγη ώρα ήμασταν μόνοι μπροστά στο καπό που είχε αδειάσει κι οι γέροι έφευγαν πίσω στα σπίτια τους κουβαλώντας τις τσάντες γεμάτες με πράγματα.

-Ροζάκο έχεις πολλά να μου εξηγήσεις, του είπα έτοιμος να ορμήξω πάνω του. 

Με κοίταξε σαν κουτάβι χωρίς να πει τίποτα. Τον λυπήθηκα. 

-...αλλά πρώτα πες μου πως διάολο κατέληξες με όλο αυτό το σαπούνι. 

Πήγαμε σε ένα συνοικιακό μπαρ και καθίσαμε να τα πούμε. Ήταν ένα στριμοκώλικο μαγαζί κι ο μπάρμαν ένας μορφονιός της κακιάς ώρας με κοτσίδα δεν σταματούσε να μας ρίχνει στραβές ματιές όσο σκούπιζε τα ποτήρια. Όμως κρατήσαμε τον τόνο της φωνής μας χαμηλό να μην ακούει.

-Είναι πολλά που πρέπει να σου εξηγήσω, μου είπε, δεν ξέρω από που να αρχίσω. 

-Ξεκίνα από τον θάνατο σου. 

Έτριψε το παγωμένο ποτήρι με τα δάχτυλα του και με κοίταξε.

-Δεν ξέρω πως έγινε. Ειλικρινά. Πάντως έγινε. Ήμουνα λιώμα. Ειλικρινά δεν θυμόμουν τίποτα. Μόνο να πετάω τα ρούχα μου πάνω σε ένα βράχο μέσα στο σκοτάδι κι ύστερα να βουτάω στο κενό τσιρίζοντας. Ύστερα από μερικές μέρες ξύπνησα σε ένα δωμάτιο με αφόρητη ζέστη. Δίπλα μου στο κομοδίνο βρήκα μια εφημερίδα. Ήταν ανοιχτή και κάποιος είχε σημειώσει με ένα μαρκαδόρο το άρθρο που μιλούσε για τον θάνατο μου. Μην με πιέσεις να σου πω παραπάνω, δεν ξέρω αν μπορώ αυτή τη στιγμή. 

Έμεινα να τον κοιτάζω έκπληκτος. Για πρώτη φορά ύστερα από πολύ καιρό ένιωσα να επιστρέφει μια γαλήνη μέσα μου την οποία πίστευα πως είχα χάσει για πάντα. Το θέμα σκεφτόμουν ήταν αστυνομικό κι όχι μεταφυσικό. Κάποιος είχε εκμεταλλευτεί ένα τυχαίο κορμί που είχε ξεβράσει η θάλασσα στο Αιγαίο για τους δικούς του σκοπούς. Ίσως ο Ροζάκος που ήταν θαμμένος στο κοιμητήριο της Καλαμάτας να ήταν ένας άλλος άγνωστος άνδρας τον οποίο οι αρχές μπέρδεψαν με αυτόν. Κι ύστερα θυμήθηκα το άλλο μυστήριο, το γεγονός πως κανείς από τους κοινούς μας γνωστούς δεν τον θυμόταν. Ο Ροζάκος ήταν ένα ανύπαρκτο πρόσωπο. Τον ρώτησα για αυτό.

-Υπάρχουν εξηγήσεις για όλα. Απλά δεν ξέρω αν θα σε ικανοποιήσει καμιά από αυτές, μου είπε.  Όπως και να 'χει με συγχωρείς που χάθηκα αλλά δεν γινόταν αλλιώς. 

Η γαλήνη έγινε καπνός. Μια κουβέντα του και το κλουβί με τους τρελούς ήταν πάλι ανοιχτό. Ζήτησα ακόμα ένα ποτό κι ήπια σιωπηλός για λίγη ώρα. Ύστερα πήγα να συνεχίσω την ανάκριση μα δεν πρόλαβα να ανοίξω το στόμα μου και με σταμάτησε.

-Ας κάνουμε μια συμφωνία, μου είπε. Ας τα αφήσουμε τα πράγματα όπως είναι κι ας υποσχεθούμε πως θα μιλήσουμε για το θέμα ξανά σε άλλο μέρος χωρίς ενοχλητικά πρόσωπα γύρω, είπε και έριξε μια ματιά προς τον μπάρμαν. Σου υπόσχομαι να στα εξηγήσω όλα.

Συμφώνησα και τότε αυτός μου ζήτησε να του πω τα νέα μου, όπως και έκανα. Γέλασε ελάχιστα με την ιλαροτραγωδία της προσωπικής μου ζωής και ύστερα τον ρώτησα ξανά να μου πει πως και ασχολήθηκε με τα απορρυπαντικά, μια ερώτηση που τον έστειλε στην άκρη του μπαρ να χτυπιέται γελώντας σαν ηλίθιος. Μου είπε πως τώρα ήταν απορρυπαντικά, αύριο θα είναι ρούχα, μεθαύριο τρόφιμα, είδη αυτοκινήτου. 'Γενικά ασχολούμαι με το εμπόριο' μου είπε. Κι ύστερα με χτύπησε στην πλάτη και μου είπε πως πριν ήμουνα καταπληκτικός και πως μια μέρα ίσως να συνεργαζόμασταν ...

Επέστρεψα στο σπίτι αρκετά μεθυσμένος χαϊδεύοντας στη τσέπη μου μια κάρτα που μου είχε δώσει με την διεύθυνση της επιχείρησης που δούλευε. Ξεκλείδωσα και βρήκα το σπίτι άδειο όπως και πριν. Είχαν περάσει πάνω από 9 ώρες. Το ποτό, μαζί με την κάρτα του πεθαμένου στη τσέπη μου, και η απουσία της Ευαγγελίας μου έλεγαν πως τα πράγματα δεν ήταν και πολύ σπουδαία. Έβγαλα την κάρτα από την τσέπη και την διάβασα ξανά.

Γενική εμπορίου Αυγερινός Πανόπουλος
Κλεισούρας 9, Παγκράτι
Αθήνα

Αυγερινός Πανόπουλος. Αυτός ήταν το αφεντικό όπως μου είπε ο Ροζάκος. Λες πίσω από όλα να κρύβεται αυτός, σκέφτηκα. Κι ύστερα μου φάνηκε πως είδα τα γράμματα στην κάρτα να γυαλίζουν. Μια χρυσή λάμψη πέρασε στιγμιαία από πάνω τους σαν φλόγα. 

Άκουσα την πόρτα να ξεκλειδώνει. Ανοίγοντας εμφανίστηκε η Ευαγγελία με τα μαλλιά ανακατεμένα και τα ρούχα σε άσχημη κατάσταση. Έμοιαζε να γυρνούσε στους δρόμους όλη μέρα χωρίς να ξέρει που πηγαίνει.  

to be continued...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου