Δευτέρα 5 Μαΐου 2014

Λυπάμαι ... κερδίσατε

Για όσους γράφουν, το οτιδήποτε με αξιώσεις, όποιες τέλος πάντων κι αν είναι αυτές, είναι γνωστό πως ο ανταγωνισμός είναι ένα μεγάλο κομμάτι αυτής της ιστορίας. Η κλίμακα ξεκινάει από χαριτωμένες φιλοφρονήσεις, περνάει από σκωπτικά και εξυπνακίστικα σχόλια με σηκωμένο φρύδι και καταλήγει σε ξεκατινιάσματα του απόλυτου λουμπεναριού. 

Θεμιτά όλα αυτά. Άλλωστε τι παραπάνω είναι ο πολιτισμός από μια αφαίρεση και μια επανάληψη των πιο κοινών ενστίκτων σε ένα υπερβατικό επίπεδο. Γινόταν και θα γίνεται πάντα. Το έκαναν οι αρχαίοι και Ρωμαίοι και Έλληνες ξεφτιλίζοντας ο ένας τον άλλο στα δράματα τους. Γινόταν στο Μεσαίωνα, στην Αναγέννηση. Το έκανε ο Μολιέρος, ο Καζανόβα, ο Πάουντ, ο δικός μας ο Καρυωτάκης, ο Τζόυς ... μέχρι και ο Τζον Λένον και φυσικά το εξέλιξαν σε μια ωραιότατη τέχνη με τους δικούς της εσωτερικούς κανόνες και μιαν άγρια ομορφιά οι ποιητές της Hip-Hop με το περιβόητο dissing. 

Η ποίηση -ως δημιουργία- είναι σαν τον έρωτα. Δεν φουντώνει στο κενό. Και κάτι άλλο. Ακόμα και στις πιο ακριβές στιγμές της, όπως και ο έρωτας, κατά βάθος είναι βία και αγώνας. Πολλοί το αγνοούν αυτό γιατί νομίζουν πως με τις τέχνες γίνονται καλύτεροι άνθρωποι από τους υπόλοιπους. Όμως έτσι είναι τα πράγματα. Γεννηθήκαμε σε έναν κόσμο αντιφατικό όπου αυτό που σε εξυψώνει μπορεί την ίδια στιγμή να σε κάνει και τον μεγαλύτερο μαλάκα.

Από όλα τα γνωστά rivalries μεταξύ διανοουμένων το πιο όμορφο κατά την γνώμη μου, είναι αυτό του Σέξπηρ στα σονέτα του. Ενέχει μια διαύγεια και μια ειλικρίνεια η σκέψη του Σέξπηρ που είναι απαράμιλλη στην ανθρώπινη γλώσσα. Με δυο τρεις απλές κουβέντες κοιτάζει πίσω από τα φαινόμενα και αντί να αναλωθεί σε γελοίες επιτιμήσεις και καυχήματα όπως οι περισσότεροι, μιλάει αυθεντικά και με τόλμη για τον εαυτό του. Στην ουσία βγαίνει ηττημένος από την ποιητική κόντρα. Να ένα παράδειγμα από τα σονέτα που αφιέρωσε ο Σέξπηρ σε ένα όμορφο νεαρό ευγενή για τον οποίο έγραφαν κι άλλοι πιο φημισμένοι και φτασμένοι ποιητές της εποχής.  

Was it the proud full sail of his great verse,
Bound for the prize of all too precious you,
That did my ripe thoughts in my brain inhearse,
Making their tomb the womb wherein they grew?
Was it his spirit, by spirits taught to write
Above a mortal pitch, that struck me dead?
No, neither he, nor his compeers by night
Giving him aid, my verse astonishèd.
He, nor that affable familiar ghost
Which nightly gulls him with intelligence,
As victors of my silence cannot boast.
I was not sick of any fear from thence;
  But when your countenance filled up his line,
  Then lacked I matter, that enfeebled mine.


Είναι δύσκολο ποίημα στα αγγλικά. Θα προσπαθήσω να το μεταφράσω περιγραφικά. Ο ποιητής ξεκινάει παρομοιάζοντας την ποίηση του αντίπαλου ποιητή σαν μια μεγάλη δυνατή γαλέρα.

The proud full sail. 

Μια πλεύση που ξεκινάει για να κατακτήσει, να κερδίσει το έπαθλο -και οικονομικό και καλλιτεχνικό- της εύνοιας του αριστοκράτη. Αντιθέτως ο Σέξπηρ πάσχει από συγγραφικό μπλοκ. Οι σκέψεις που είχε για να γράψει  έχουν μπει στην νεκροφόρα και πάνε για πέταμα. 

The ripe thoughts in my brain inhearse. 

Αναρωτιέται λοιπόν. Φταίει η ομολογούμενη σπουδαιότητα του αντίπαλου ποιήματος που τον έκανε να χάσει την δύναμη του να γράψει. Μήπως το πνεύμα του ανταγωνιστή ποιητή, πνεύμα ευνοημένο από τους Θεούς με ταλέντο να γράφει πέρα από τις ανθρώπινες δυνάμεις. 

Was it his spirit, by spirits taught to write above a mortal pitch, that struck me dead?

 Ή μήπως η εύνοια των ομότεχνων του. Ο Σέξπηρ υπονοεί πως ο αντίπαλος του ανήκει σε κάποια λογοτεχνική κλίκα όπου ο ένας υποστηρίζει και κολακεύει τον άλλο. 

Nor his compeers by night, giving him aid. 

Ή μήπως εν τέλει φταίει κάποιος μηχανορράφος πληροφοριοδότης που τον συμβουλεύει -πάλι υπόνοιες για ευνοϊκή μεταχείριση στην οποία συμβάλλουν κακές γλώσσες-. 

nor that affable familiar ghost
Which nightly gulls him with intelligence

Όχι αποφαίνεται τίποτα από όλα αυτά δεν φταίει που έχει χάσει το κουράγιο του να γράψει. Και μας εξηγεί στην volta, στις δύο τελευταίες δηλαδή στροφές, πως αυτό που τον κατέβαλε ήταν η ίδια η εύνοια του νεαρού ευγενή. Όταν είδε πως εκείνος αναγνωρίζει και αγαπάει το ποίημα του αντιπάλου, όταν είδε μια προσωπική στήριξη από εκείνον στον εχθρό, τότε ένιωσε αδύναμος κι ανίκανος να γράψει.

But when your countenance filled up his line ...

Παραδέχεται λοιπόν την ήττα του έστω και με μερικά υπονοούμενα και κρυφές μπηχτές, οι οποίες ωστόσο συμβάλλουν περαιτέρω στην αυθεντικότητα του ισχυρισμού του. Δεν είναι πως γράφω καλύτερα ομολογεί, ούτε πως αξίζω κάτι παραπάνω. Απλά ... το μόνο που ζητώ είναι την εύνοια σου. Εσύ που είσαι το αντικείμενο της τέχνης μου έχεις περισσότερο αξία από το ίδιο το γραπτό μου, του εξηγεί.  Αφοπλιστική ειλικρίνεια. Αυτός ο συλλογισμός ταιριάζει με την γενικότερη εμμονή του Σέξπηρ για την λειτουργία της λογοτεχνικής γλώσσας η οποία θα πρέπει να είναι σχεδόν άφαντη ώστε να καθρεφτίζει τα αντικείμενα όπως είναι. Αυτός είναι ο μνημειώδης ρεαλισμός του. 

Φυσικά αυτά που πετυχαίνει είναι πολλά περισσότερα από ένα εξαιρετικό ποίημα ψυχολογικής παραποίησης. Στην ουσία σε αυτές τις λίγες γραμμές προοιωνίζεται τους αιώνες που θα ακολουθήσουν με τους κάθε λογής καταραμένους ποιητές. Από τον Blake και τα προφητικά παραληρήματα του, μέχρι τον εσωτερικό και πικρόχολο μονόλογο του Κάφκα. Μην ξεχνάμε πως ζει στις απαρχές του σύγχρονου κόσμου και οσφραίνεται τις αλλαγές που θα ακολουθήσουν. Για αυτό και είτε άθελα του είτε ηθελημένα μας δείχνει πως το γράψιμο από εδώ και στο εξής θα είναι η τέχνη των αποτυχημένων.  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου